Πρόωρα μωρά: Τι πρέπει να γνωρίζουμε

Ως πρόωρο καλείται ένα μωρό που θα γεννηθεί πριν από την 37η εβδομάδα κύησης. Η εγκυμοσύνη διαρκεί περίπου 40 βδομάδες και ως τελειόμηνο θεωρείται το νεογνό που γεννιέται μεταξύ 38ης-42ης εβδομάδος κύησης.
Υπάρχουν κάποιοι παράγοντες ή παθήσεις που συντελούν στην προωρότητα, και αφορούν την έγκυο μητέρα, όπως κάπνισμα, κατανάλωση αλκοόλ, κακή διατροφή, έντονο άγχος, χρόνια νοσήματα, λοιμώξεις, ανατομικές διαταραχές της μήτρας ή ορμονικές διαταραχές

Δεδομένου ότι τα πρόωρα μωρά δεν ήταν απολύτως έτοιμα να αντιμετωπίσουν τις συνθήκες έξω από τη μήτρα, μπορεί να παρουσιάσουν κάποια προβλήματα, τα οποία θα πρέπει τακτικά να παρακολουθούμε και να αντιμετωπίσουμε. Φυσικά αυτά εξαρτώνται σε σημαντικό βαθμό από τον βαθμό της προωρότητας, την εβδομάδα γέννησης δηλαδή, αλλά και από το βάρος γέννησής τους.

Θα πρέπει λοιπόν να φροντίσουμε ώστε, να διατηρούν την κατάλληλη θερμοκρασία. Τα πρόωρα νεογνά δεν έχουν το επαρκές λίπος που χρειάζεται για να μπορούν να διατηρούν μια ικανοποιητική θερμοκρασία. Για το λόγο αυτό, τοποθετούνται σε ειδικές θερμοκοιτίδες κατά τη γέννησή τους.

Σημαντικό μέρος της φροντίδας των πρόωρων νεογνών είναι η σίτισή τους. Ένα πρόωρο μωρό που παρουσιάζει και χαμηλό βάρος γέννησης μπορεί να δυσκολεύεται να θηλάσει, για το λόγο αυτό συστήνεται μεγαλύτερη επιμονή. Το γαστρεντερικό τους σύστημα δεν είναι ακόμη ώριμο, γεγονός που μπορεί να κάνει τη σίτιση πιο δύσκολη και την εμφάνιση περισσότερων «γουλιών» (εικόνα γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης).

Συχνό φαινόμενο, με πιο έντονες εκδηλώσεις συγκριτικά με τα τελειόμηνα μωρά, είναι ο ίκτερος (αυξημένη τιμή χολερυθρίνης). 

Οι πνεύμονες του πρόωρου νεογνού δεν είναι ώριμοι ώστε να παράγουν τον «επιφανειοδραστικό παράγοντα», με αποτέλεσμα να παρουσιάζουν συχνά δυσκολία στην αναπνοή τους. Αναπνευστικά προβλήματα μπορεί να παρουσιασθούν κατά τη γέννηση ή μετέπειτα (άπνοιες, βρογχοπνευμονική δυσπλασία).

Η αναιμία της προωρότητας είναι μια κατάσταση που οφείλεται σε μειωμένη παραγωγή των ερυθρών αιμοσφαιρίων τις πρώτες ημέρες ζωής, επιπρόσθετα με το γεγονός ότι, φυσιολογικά τα ερυθρά αιμοσφαίρια των νεογνών ζουν λιγότερες ημέρες σε σχέση με αυτά των ενηλίκων. 

Έτσι λοιπόν, πραγματοποιείται εργαστηριακός έλεγχος αναιμίας και χορηγείται στα πρόωρα νεογνά σίδηρος και φυλλικό οξύ από του στόματος, για χρονικό διάστημα που καθορίζεται από τον βαθμό της προωρότητας. Οι οδηγίες αυτές, σε κάθε περίπτωση, δίδονται από τον Παιδίατρο.

Απαραίτητος είναι επίσης ο οφθαλμολογικός έλεγχος σε τακτά χρονικά διαστήματα, λόγω της αμφιβληστροειδοπάθειας της προωρότηρας. Επίσης, στα πρόωρα νεογνά συστήνεται υπερηχογράφημα εγκεφάλου (λόγω πιθανής εγκεφαλικής αιμορραγίας), καρδιολογική εκτίμηση, έλεγχος ακοής και αξιολόγηση της νευρολογικής τους κατάστασης.

Ο έλεγχος του πρόωρου νεογνού καθορίζεται κατά την έξοδό του από το μαιευτήριο και γίνεται σε συγκεκριμένα διαστήματα τόσο από τον Παιδίατρο όσο και από το νοσοκομείο που γεννήθηκε σε προγραμματισμένο ιατρείο παρακολούθησης (follow up).

Όλες οι επιπλοκές που αναφέρονται παραπάνω είναι πιθανές, και δεν είναι απαραίτητο να συμβούν. Υπάρχουν μάλιστα πρόωρα νεογνά, που ως αναμένεται, υστερούν μόνο στο βάρος γέννησης, αφού «βιάστηκαν» να βγουν από την κοιλιά της μαμάς τους!

Οι έλεγχοι πρέπει να γίνονται έστω και προληπτικά. Ακόμη και σε περιπτώσεις που υπάρχουν επιπλοκές, υπάρχουν πλέον τρόποι να αντιμετωπιστούν σε μεγάλο βαθμό.